Skip to main content

Οι γονείς συχνά αναρωτιούνται: πότε είναι η κατάλληλη ηλικία για να ξεκινήσει το παιδί Αγγλικά και πότε πρέπει να εισαχθεί μια δεύτερη ξένη γλώσσα, όπως Γαλλικά ή Γερμανικά;
Μερικές συχνές ερωτήσεις που τους απασχολούν είναι:

  • Δεν μπερδεύεται αν μάθει ταυτόχρονα δύο γλώσσες;
  • Δεν είναι πολύ νωρίς αν ακόμη δεν έχει ολοκληρώσει βασικές δεξιότητες στη μητρική του γλώσσα;
  • Πώς θα επηρεάσει την ανάπτυξη της μνήμης και της σκέψης του;

Οι επιστημονικές μελέτες δείχνουν ότι η εκμάθηση ξένων γλωσσών όχι μόνο διευρύνει τις δυνατότητες επικοινωνίας, αλλά υποστηρίζει τη γνωστική ανάπτυξη σε κάθε ηλικία. Ας δούμε, λοιπόν, τα στάδια εισαγωγής της πρώτης και της δεύτερης ξένης γλώσσας και τις επίσημες κατευθύνσεις για κάθε ηλικία.

Πότε ενδείκνυται να ξεκινήσει το παιδί την πρώτη ξένη γλώσσα (Αγγλικά)

  • 3–6 ετών: Φυσική επαφή μέσω παιχνιδιού, τραγουδιών, εικόνων και καθημερινών δραστηριοτήτων.
  • Β’–Γ’ Δημοτικού (7–9 ετών): Συστηματική διδασκαλία με ανάγνωση, γραφή και βασική γραμματική.

Γιατί Αγγλικά πρώτα;

  1. Διεθνής γλώσσα επικοινωνίας
    Τα Αγγλικά είναι η πιο διαδεδομένη γλώσσα στον κόσμο. Από πολύ μικρή ηλικία, τα παιδιά εκτίθενται σε Αγγλικά μέσω ταινιών, τραγουδιών, παιχνιδιών και διαδικτύου. Αυτή η συνεχής έκθεση αυξάνει το ενδιαφέρον και την αφοσίωση στη μάθηση.
  2. Κατάλληλη για πρώιμη εκμάθηση
    Η νευροπλαστικότητα στην ηλικία 3–6 ετών διευκολύνει την απορρόφηση ήχων, λεξιλογίου και βασικών εκφράσεων. Τα Αγγλικά έχουν απλή φωνολογία και βασική σύνταξη σε επίπεδο αρχαρίων, που είναι πιο εύκολη για πρώιμη εισαγωγή σε σχέση με άλλες γλώσσες όπως Γαλλικά ή Γερμανικά.
  3. Γνωστικά οφέλη
    Η πρώιμη εκμάθηση Αγγλικών ενισχύει τη μνήμη, την προσοχή και την ευελιξία σκέψης. Τα παιδιά μαθαίνουν να συγκρίνουν γλωσσικά συστήματα, κάτι που προετοιμάζει το έδαφος για την εκμάθηση δεύτερης ξένης γλώσσας αργότερα.
  4. Κοινωνικά και πολιτισμικά κίνητρα
    Τα Αγγλικά προσφέρουν άμεση πρόσβαση σε ποικίλο πολιτισμικό και εκπαιδευτικό περιεχόμενο. Η δυνατότητα επικοινωνίας με παιδιά από άλλες χώρες ενισχύει την αυτοπεποίθηση και την κοινωνική ευχέρεια.

Πότε ενδείκνυται να ξεκινήσει το παιδί τη δεύτερη ξένη γλώσσα 

Ε’–ΣΤ’ Δημοτικού (10–12 ετών): Το παιδί έχει ήδη σταθερή βάση στη μητρική και στην πρώτη ξένη γλώσσα. Αρχικά γίνεται φυσική επαφή μέσω παιχνιδιών, τραγουδιών και εικόνων· στη συνέχεια εισάγεται σταδιακά η ανάγνωση, η γραφή και η βασική γραμματική, προσαρμοσμένα στην ηλικία του και στη γνώση της πρώτης ξένης γλώσσας.

Γιατί η δεύτερη ξένη γλώσσα συνιστάται να ξεκινήσει στην Ε’ Δημοτικού;

  1. Σταθερή γλωσσική βάση
    Μέχρι την Ε’ Δημοτικού, τα παιδιά έχουν ήδη αποκτήσει μια σταθερή βάση στη μητρική γλώσσα και στην πρώτη ξένη (συνήθως Αγγλικά). Αυτό επιτρέπει στον εγκέφαλο να συγκρίνει γλωσσικά συστήματα, χωρίς να μπερδεύονται οι δομές των δύο ξένων γλωσσών.
  2. Ωρίμανση εγκεφάλου για σύνθετες γλωσσικές διαδικασίες
    Η ανάπτυξη του μετωπιαίου λοβού και η βελτίωση της εκτελεστικής λειτουργίας της σκέψης επιτρέπει την ταυτόχρονη επεξεργασία πολλών κανόνων γραμματικής και σύνταξης. Η δεύτερη ξένη γλώσσα σε αυτή την ηλικία ενισχύει τη μνήμη, την αυτοπειθαρχία και την ικανότητα εναλλαγής μεταξύ γλωσσικών συστημάτων.
  3. Γνωστικά οφέλη από τη “διπλή γλωσσική πρόκληση”
    Η εκμάθηση δύο ξένων γλωσσών ενισχύει την ευελιξία σκέψης, την προσοχή και την επίλυση προβλημάτων. Μελέτες δείχνουν ότι δίγλωσσα παιδιά έχουν μεγαλύτερη ικανότητα συγκέντρωσης και καλύτερη αναστολή των άσχετων ερεθισμάτων, σε σύγκριση με μονόγλωσσα.
  4. Πολιτισμική και κοινωνική διάσταση
    Η δεύτερη γλώσσα ανοίγει πόρτες σε νέες κουλτούρες και τρόπους σκέψης. Η έκθεση σε διαφορετικά γλωσσικά και πολιτισμικά πλαίσια από μικρή ηλικία ενισχύει την ανοχή, την περιέργεια και την κοινωνική ευελιξία.

Η εκμάθηση ξένων γλωσσών δεν είναι απλώς ένα σχολικό μάθημα· είναι ένα εργαλείο ανάπτυξης του μυαλού, της δημιουργικότητας και της κοινωνικότητας του παιδιού. Ξεκινώντας την πρώτη ξένη γλώσσα νωρίς και εισάγοντας τη δεύτερη σε κατάλληλη ηλικία, δίνουμε στα παιδιά μας τη δυνατότητα να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τις γνωστικές και συναισθηματικές τους ικανότητες. Κάθε παιδί μαθαίνει με τον δικό του ρυθμό, αλλά η σωστή καθοδήγηση και η συνεχής έκθεση σε γλώσσες και πολιτισμούς ανοίγουν πόρτες για τη ζωή του, ενισχύοντας την αυτοπεποίθηση, την περιέργεια και την αγάπη για μάθηση που θα το συνοδεύει για πάντα.